- καλοψωνιστής
- και καλοψουνιστής, ο (Μ καλοψωνιστής)αυτός που ξέρει να ψωνίζει καλά, να κάνει καλά, εκλεκτά ψώνιανεοελλ.αυτός που αγοράζει και ψωνίζει συνεχώς ή πολλά πράγματα από κάποιο κατάστημα, καλός και συχνός πελάτης.[ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο)-* + ψωνιστής (< ψωνίζω)].
Dictionary of Greek. 2013.